Μετάβαση στο περιεχόμενο

iudico

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
iudico < iudex

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /ˈjuː.di.koː/

iudico (la) (iūdicō1, iūdicāvī, iūdicātum, iūdicāre)