izocela
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- izocela < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | izocela | izocelaj |
αιτιατική | izocelan | izocelajn |
izocela (eo)