jérémiade

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

jérémiade < λατινική Jeremias (προφήτης γνωστός για τους θρήνους του)

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

      ενικός         πληθυντικός  
jérémiade jérémiades

jérémiade (fr) θηλυκό

  • ιερεμιάδα
    Aurez-vous bientôt fini vos jérémiades? Θα σταματήσεις τις ιερεμιάδες σου ή όχι;

Συνώνυμα[επεξεργασία]