jandarm
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ρουμανικά (ro)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
jandarm (ro) αρσενικό
Κλίση[επεξεργασία]
κλίση του jandarm
ενικός | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | αόριστη άρθρωση | οριστική άρθρωση | |
ονομαστική | un jandarm | jandarmul | nişte jandarmi | jandarmii |
γενική | a unui jandarm | jandarmului | a unor jandarmi | jandarmilor |
δοτική | unui jandarm | jandarmului | unor jandarmi | jandarmilor |
αιτιατική | un jandarm | jandarmul | nişte jandarmi | jandarmii |
κλητική | — | - | — | - |