jaune d'œuf
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
jaune d'œuf | jaunes d'œuf |
jaune d'œuf (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
jaune d'œuf | jaunes d'œuf |
jaune d'œuf (fr) αρσενικό