jerk off
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
jerk off (en)
- (κυριολεκτικά) χύσια, ψωλόχυμα, σπέρματα
- (χυδαία βρισιά) ψωλόχυμα, γαμημένος, μουνόπανο, σκατοκαριόλης
Ρήμα[επεξεργασία]
jerk off (en)