juda
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | juda | judaj |
αιτιατική | judan | judajn |
juda (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | juda | judaj |
αιτιατική | judan | judajn |
juda (eo)