jump to it
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Έκφραση[επεξεργασία]
jump to it (en)
- (ανεπίσημο, ιδιωματισμός) άλλη μορφή του hop to it
- ↪ Jump to it!
- Βιάσου!
- ↪ If we want to catch the train, we must jump to it.
- Αν θέλουμε να προλάβουμε το τρένο πρέπει να βιαστούμε.
- ↪ Jump to it!
Πηγές[επεξεργασία]
- Stavropoulos, D N (2008). Stavropoulos, G N. ed. Oxford Greek-English Learner's Dictionary (Revised έκδοση). Oxford: Oxford University Press. σελ. 164-165. ISBN 9780194325684., λήμμα: βιάζομαι