Μετάβαση στο περιεχόμενο

jurassique

Από Βικιλεξικό

Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
jurassique jurassiques

Επίθετο

[επεξεργασία]

jurassique (fr) αρσενικό ή θηλυκό