Μετάβαση στο περιεχόμενο

konektanta

Από Βικιλεξικό

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

konektanta (eo)

  • ενεστώτας της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος konekti