konstytucjonalista
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- konstytucjonalista < konstytucja (pl)
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
konstytucjonalista (pl) αρσενικό
[επεξεργασία]
→ και δείτε τη λέξη konstytucja (pl)