koperta okienkowa

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

dwie koperty okienkowe (1)

Ετυμολογία [επεξεργασία]

koperta okienkowa (pl) < από τις λέξεις okienkowy (pl) και koperta (pl)

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

koperta okienkowa (pl) θηλυκό