kotek

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

kotek < υποκοριστικό του kot

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /ˈkɔtɛk/
 

Ουσιαστικό[επεξεργασία]

kotek (pl) αρσενικό

Κλιτικός τύπος ουσιαστικού[επεξεργασία]

kotek (pl)

  • kotka στη γενική του πληθυντικού