Μετάβαση στο περιεχόμενο

kraĉonta

Από Βικιλεξικό

Ρηματικός τύπος

[επεξεργασία]

kraĉonta (eo)

  • μέλλοντας της επιθετικής ενεργητικής μετοχής του ρήματος kraĉi