kvarcenta
Εμφάνιση
Εσπεράντο (eo)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kvarcenta | kvarcentaj |
αιτιατική | kvarcentan | kvarcentajn |
kvarcenta (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | kvarcenta | kvarcentaj |
αιτιατική | kvarcentan | kvarcentajn |
kvarcenta (eo)