kwiaciarnia

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση
πτώση ενικός πληθυντικός
ονομαστική kwiaciarnia kwiaciarnie
γενική kwiaciarni kwiaciarń
δοτική kwiaciarni kwiaciarniom
αιτιατική kwiaciarnię kwiaciarnie
οργανική kwiaciarnią kwiaciarniami
τοπική kwiaciarni kwiaciarniach
κλητική kwiaciarnio kwiaciarnie

Ετυμολογία

[επεξεργασία]

kwiaciarnia < kwiat

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

kwiaciarnia (pl) θηλυκό

Παράγωγα

[επεξεργασία]