législative
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Κλιτικός τύπος επιθέτου
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
législative | législatives |
législative (fr)
- θηλυκό του législatif
ενικός | πληθυντικός |
législative | législatives |
législative (fr)