laŭbezone

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

laŭbezone < laŭ + bezon- + -e

Επίρρημα[επεξεργασία]

laŭbezone (eo)

  • ανάλογα με την ανάγκη, εξαρτάται από το τι χρειάζεται κανείς
ne hezitu laŭbezone skribi al redakcio - μην διστάζετε, ανάλογα με τις ανάγκες σας, να γράψετε στον εκδότη