Μετάβαση στο περιεχόμενο

lacigi

Από Βικιλεξικό

Ετυμολογία

[επεξεργασία]
lacigi < lac- + -ig- + -i
ρήμα lacigi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας lacigas laciganta lacigata
αόριστος lacigis laciginta lacigita
μέλλοντας lacigos lacigonta lacigota
υποθετική lacigus - -
προστακτική lacigu - -

lacigi (eo)