laissé
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | laissé | laissés |
θηλυκό | laissée | laissées |
Επίθετο
[επεξεργασία]laissé (fr)
γένος | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
αρσενικό | laissé | laissés |
θηλυκό | laissée | laissées |
laissé (fr)