landowner
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
landowner | landowners |
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
landowner (en)
ενικός | πληθυντικός |
landowner | landowners |
landowner (en)