lanky
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en) [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
lanky (en)
- ψηλόλιγνος με μακριά μέλη που κινείται κάπως αδέξια