lattina
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Ιταλικά (it) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
- lattina < υποκοριστικό του latta
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
lattina (it) θηλυκό
- κουτάκι (από αλουμίνιο που περιέχει αναψυκτικό ή μπίρα)