lettrine
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
lettrine (en)
- το αρχίγραμμα, η λετρίνα
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
lettrine | lettrines |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
lettrine (fr) θηλυκό
- το αρχίγραμμα, η λετρίνα