liberiĝi

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]

Ρήμα[επεξεργασία]

ρήμα liberiĝi
χρόνος μορφή ενεργητική
μετοχή
παθητική
μετοχή
ενεστώτας liberiĝas liberiĝanta liberiĝata
αόριστος liberiĝis liberiĝinta liberiĝita
μέλλοντας liberiĝos liberiĝonta liberiĝota
υποθετική liberiĝus - -
προστακτική liberiĝu - -

liberiĝi (eo)