licence poétique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]Ετυμολογία
[επεξεργασία]Προφορά
[επεξεργασία]- ΔΦΑ : /li.sɑ̃s po.e.tik/
Έκφραση
[επεξεργασία]licence poétique (fr) θηλυκό
- ποιητική άδεια, ποιητική αδεία
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: ↷ νέα ελληνικά: ποιητική αδεία
Δείτε επίσης
[επεξεργασία]- licence poétique στη γαλλική Βικιπαίδεια