lightweight

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

lightweight < light + weight

Προφορά[επεξεργασία]

ΔΦΑ : /laɪtˈweɪt/ (ΗΠΑ)
 

Επίθετο[επεξεργασία]

lightweight (en)

  1. ελαφρύς
  2. (πληροφορική) το πρόγραμμα που η λειτουργία του δεν απαιτεί σημαντικούς πόρους (CPU, μνήμη, κλπ.) από τον υπολογιστή

Άλλες γραφές[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]