line segment
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
line segment | line segments |
line segment (en)
Δείτε επίσης[επεξεργασία]
- line segment στην αγγλική Βικιπαίδεια