linear order

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Αγγλικά (en)[επεξεργασία]

linear order (en)

Πολυλεκτικός όρος[επεξεργασία]

  • (μαθηματικά) γραμμική διάταξη, μία σχέση που είναι συμμετρική, μεταβατική και αυτοπαθής και κάθε ζεύγος στοιχείων, το ένα σχετίζεται με το άλλο

Συνώνυμα[επεξεργασία]

Δείτε επίσης[επεξεργασία]