livrable
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
livrable | livrables |
Επίθετο[επεξεργασία]
livrable (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Συγγενικά[επεξεργασία]
- → δείτε τη λέξη livrer
ενικός | πληθυντικός |
livrable | livrables |
livrable (fr) αρσενικό ή θηλυκό