Μετάβαση στο περιεχόμενο

ludicrous

Από Βικιλεξικό
παραθετικά
θετικός ludicrous
συγκριτικός more ludicrous
υπερθετικός most ludicrous

Επίθετο

[επεξεργασία]

ludicrous (en)

  1. γελοίο(ς)
  2. κουτό(ς)