lyrique
Εμφάνιση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]
Ετυμολογία
[επεξεργασία]- lyrique < λατινική lyricus < αρχαία ελληνική λυρικός
Προφορά
[επεξεργασία]
Επίθετο
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
lyrique | lyriques |
lyrique (fr) αρσενικό ή θηλυκό