mélancolique
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr) [επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
mélancolique < αρχαία ελληνική
Προφορά[επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
mélancolique | mélancoliques |
mélancolique (fr) αρσενικό ή θηλυκό