ménagement
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
ménagement | ménagements |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]ménagement (fr) αρσενικό
- η προσοχή
ενικός | πληθυντικός |
ménagement | ménagements |
ménagement (fr) αρσενικό