météorite
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
météorite | météorites |
Ουσιαστικό
[επεξεργασία]météorite (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
météorite | météorites |
météorite (fr) αρσενικό ή θηλυκό