młynarz
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πολωνικά (pl)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
młynarz < młyn
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
młynarz (pl) αρσενικό
- ο μυλωνάς