mademoiselle
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
mademoiselle < ma demoiselle, (η) δεσποινίδα μου
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /mad.mwa.zɛl/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
mademoiselle | mesdemoiselles |
mademoiselle (fr) θηλυκό
- η δεσποινίς
- η δεσποινίδα
Σύντμηση[επεξεργασία]
Mlle (πληθυντικός: Mlles)