malinstalado
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | malinstalado | malinstaladoj |
αιτιατική | malinstaladon | malinstaladojn |
malinstalado (eo)
- (πληροφορική) η αφαίρεση ενός προγράμματος