malpropre
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Επίθετο[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
malpropre | malpropres |
malpropre (fr) αρσενικό ή θηλυκό
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- se faire jeter (traiter/renvoyer/...) comme un malpropre: με διώχνουν/μου φέρονται/με απολύουν με αγένεια