manhã
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πορτογαλικά (pt)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
manhã | manhãs |
manhã (pt) θηλυκό
- το πρωί
Εκφράσεις[επεξεργασία]
- de manhã - το πρωί, (αύριο) το πρωί