manio
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Εσπεράντο (eo)[επεξεργασία]
Ετυμολογία [επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | manio | manioj |
αιτιατική | manion | maniojn |
manio (eo)
- η μανία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | manio | manioj |
αιτιατική | manion | maniojn |
manio (eo)