Μετάβαση στο περιεχόμενο

marécage

Από Βικιλεξικό

Προφορά

[επεξεργασία]
 

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
marécage marécages

marécage (fr) αρσενικό