Μετάβαση στο περιεχόμενο

marginalisme

Από Βικιλεξικό

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

marginalisme (fr) αρσενικό

  • (οικονομία) θεωρία κατά την οποία η αξία ανταλλαγής ενός προϊόντος εξαρτάται από τη χρησιμότητα της τελευταίας διαθέσιμης ποσότητάς του

Συγγενικά

[επεξεργασία]
 δείτε τη λέξη  marge