market regulator
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)
[επεξεργασία]ενικός | πληθυντικός |
market regulator | market regulators |
Ετυμολογία
[επεξεργασία]Πολυλεκτικός όρος
[επεξεργασία]market regulator (en)
- (επάγγελμα) ο/η αγορανόμος