maximisation
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
Προφορά[επεξεργασία]
- ΔΦΑ : /ma.ksi.mi.za.sjɔ̃/
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
maximisation | maximisations |
maximisation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
maximisation | maximisations |
maximisation (fr) θηλυκό