metri gr.

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Διαγλωσσικοί όροι[επεξεργασία]

Ετυμολογία [επεξεργασία]

metri gr. < νεολατινική metri gr. < λατινική metri, γενική ενικού του metrum & gratia αφαιρετική ενικού, κυριολεκτικά: για χάρη του μέτρου

Συντομομορφή[επεξεργασία]

metri gr. συντομογραφία



Λατινικά (la)[επεξεργασία]

Συντομομορφή[επεξεργασία]

metri gr. (la) συντομογραφία (νεολατινικά)