meurtre

Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση Πήδηση στην αναζήτηση

Προφορά

[επεξεργασία]
ΔΦΑ : /mœʁtʁ/

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
meurtre meurtres

meurtre (fr) αρσενικό