microbe
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Αγγλικά (en)[επεξεργασία]
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
microbe (en)
- το μικρόβιο (ο μικροοργανισμός)
Γαλλικά (fr)[επεξεργασία]
ενικός | πληθυντικός |
microbe | microbes |
Ουσιαστικό[επεξεργασία]
microbe (fr) αρσενικό
- το μικρόβιο (ο μικροοργανισμός)