mieszkać
Από Βικιλεξικό
Μετάβαση στην πλοήγηση
Πήδηση στην αναζήτηση
Πίνακας περιεχομένων
1
Πολωνικά (pl)
1.1
Προφορά
1.2
Ρήμα
1.2.1
Συγγενικές λέξεις
Πολωνικά (pl)
[
επεξεργασία
]
Προφορά
[
επεξεργασία
]
mieszkać
(
βοήθεια
·
αρχείο
)
Ρήμα
[
επεξεργασία
]
mieszkać
(pl)
κατοικώ
,
μένω
mieszkam przy ulicy Kolorowej 21 - μένω στην οδό Κολορόβεϊ 21
Συγγενικές λέξεις
[
επεξεργασία
]
mieszkalnictwo
mieszkalny
mieszkanie
mieszkaniec
mieszkaniowy
mieszkaniówka
mieszkanka
mieszkanko
omieszkać
pomieszkać
pomieszkiwać
zamieszkanie
zamieszkać
zamieszkały
zamieszkiwanie
zamieszkiwać
Κατηγορίες
:
Πολωνική γλώσσα
Ρήματα (πολωνικά)
Μενού πλοήγησης
Προσωπικά εργαλεία
Δίχως Σύνδεση
Σελίδα συζήτησης αυτής της διεύθυνσης IP
Συνεισφορές
Δημιουργία λογαριασμού
Σύνδεση
Ονοματοχώροι
Σελίδα
Συζήτηση
Παραλλαγές
Προβολές
Ανάγνωση
Επεξεργασία
Προβολή ιστορικού
Περισσότερα
Αναζήτηση
Πλοήγηση
Κύρια Σελίδα
Πρόσφατες αλλαγές
Κατηγορίες
συνεισφορά
Δημιουργήστε!
Βικιδημία
Σελίδες συζήτησης
βοήθεια
Βοήθεια
Πρότυπα
Δωρεές
δείτε
Νέες σελίδες
Τυχαία σελίδα
Εργαλειοθήκη
Συνδέσεις προς εδώ
Σχετικές αλλαγές
Επιφόρτωση αρχείου
Ειδικές σελίδες
Σταθερός σύνδεσμος
Πληροφορίες σελίδας
Παραπομπή αυτής της σελίδας
Εκτύπωση/εξαγωγή
Δημιουργία βιβλίου
Κατέβασμα ως PDF
Εκτυπώσιμη έκδοση
Άλλες γλώσσες
Čeština
Deutsch
English
Esperanto
Suomi
Français
Hrvatski
Ido
Italiano
日本語
한국어
Limburgs
Norsk
Polski
Русский
Svenska
Türkçe
Vèneto
中文