Μετάβαση στο περιεχόμενο

mignardise

Από Βικιλεξικό

Γαλλικά (fr)

[επεξεργασία]
      ενικός         πληθυντικός  
mignardise mignardises

Ουσιαστικό

[επεξεργασία]

mignardise (fr) θηλυκό

Συγγενικά

[επεξεργασία]